lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωματικός στα πορτογαλικά

Λέξη:
σωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (5):
carnal, corporal, corpóreo, físico, material
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά σωματικός, σωματικόσ έλεγχοσ, σωματικός πόνος, σωματικός μωσαϊκισμός, σωματικός εκφοβισμός, σωματικός δείκτης, σωματικός στα πορτογαλικά, carnal στα ελληνικά
σωματικός στα πορτογαλικά