lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σωματικός στα ουκρανικά

Λέξη:
σωματικός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
тілесний, зовнішній, фізичний
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σωματικός, σωματικόσ έλεγχοσ, σωματικός πόνος, σωματικός μωσαϊκισμός, σωματικός εκφοβισμός, σωματικός δείκτης, σωματικός στα ουκρανικά, тілесний στα ελληνικά
σωματικός στα ουκρανικά