lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυφλώνω στα λευκορωσίας

Λέξη:
τυφλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας τυφλώνω, τυφλώνω στα λευκορωσίας, асляпляць στα ελληνικά
τυφλώνω στα λευκορωσίας