lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τυφλώνω στα φινλανδικά

Λέξη:
τυφλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
häikäistä, sokaista
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά τυφλώνω, τυφλώνω στα φινλανδικά, häikäistä στα ελληνικά
τυφλώνω στα φινλανδικά