lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψεύτικος στα λευκορωσίας

Λέξη:
ψεύτικος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (8):
памылковы, ілжывы, несапраўдны, няправільны, падроблены, фальсіфікаваны, фальшывы, штучны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας ψεύτικος, ψεύτικοσ κόσμοσ, ψεύτικος όρκος, ψεύτικος χλοοτάπητας, ψεύτικος φίλος, ψεύτικος συνώνυμα, ψεύτικος στα λευκορωσίας, памылковы στα ελληνικά
ψεύτικος στα λευκορωσίας