lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψεύτικος στα γερμανικά

Λέξη:
ψεύτικος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (23):
abwegig, erlogen, falsch, falschheit, fehlerhaft, fälschlich, inkorrekt, irre, irrig, irrtümlich, lasterhaft, lüge, lügenhaft, lügnerisch, märchen, schief, unecht, unrichtig, unwahr, unwahrheit, unzutreffend, verkehrt, verlogen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ψεύτικος, ψεύτικοσ κόσμοσ, ψεύτικος όρκος, ψεύτικος χλοοτάπητας, ψεύτικος φίλος, ψεύτικος συνώνυμα, ψεύτικος στα γερμανικά, abwegig στα ελληνικά
ψεύτικος στα γερμανικά