lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: μετοχή

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
participle
μετοχή
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
přechodník, příčestí
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mittelwort, partizip
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
participio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gérondif, participe
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
participio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
partisipp
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
причастие
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
particip, partisipp
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
причастие
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
дзеепрыметнік
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
participium
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дієприкметник, причастя, таїнство
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
imiesłów

Σχετικές λέξεις

μετοχή eurobank, μετοχή οτε, μετοχή πειραιώς, μετοχή alpha bank, μετοχή ετε, μετοχή παθητικού παρακειμένου, μετοχή δεη, μετοχή εχαε, μετοχή ελπε, μετοχή ταχυδρομικού ταμιευτηρίου