lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαμπτος στα νορβηγικά

Λέξη:
άκαμπτος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (17):
besværlig, fast, hard, lemster, massiv, rigid, seg, seig, stal, stel, sterk, stiv, stram, streng, styv, vanskelig, vrien
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά άκαμπτος, άκαμπτος συνώνυμο, άκαμπτος συνώνυμα, άκαμπτος άξονας, άκαμπτος στα νορβηγικά, besværlig στα ελληνικά
άκαμπτος στα νορβηγικά