lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άκαμπτος στα γερμανικά

Λέξη:
άκαμπτος (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (9):
hölzern, starr, steif, hart, schwer, schwierig, unentwegt, widerstandsfähig, zäh
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά άκαμπτος, άκαμπτος συνώνυμο, άκαμπτος συνώνυμα, άκαμπτος άξονας, άκαμπτος στα γερμανικά, hölzern στα ελληνικά
άκαμπτος στα γερμανικά