lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίπλωμα στα νορβηγικά

Λέξη:
δίπλωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (4):
attest, diplom, eksamensvitnemål, sertifikat
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά δίπλωμα, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα οδήγησης τεστ, δίπλωμα οδήγησης κατηγορίες, δίπλωμα οδήγησης, δίπλωμα ο.ε.ε.κ, δίπλωμα στα νορβηγικά, attest στα ελληνικά
δίπλωμα στα νορβηγικά