lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίπλωμα στα τσεχική

Λέξη:
δίπλωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
atest, certifikát, diplom, osvědčení, potvrzení, průkaz, vysvědčení
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δίπλωμα, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα οδήγησης τεστ, δίπλωμα οδήγησης κατηγορίες, δίπλωμα οδήγησης, δίπλωμα ο.ε.ε.κ, δίπλωμα στα τσεχική, atest στα ελληνικά
δίπλωμα στα τσεχική