lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίπλωμα στα σουηδικά

Λέξη:
δίπλωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
diplom, examen
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δίπλωμα, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα οδήγησης τεστ, δίπλωμα οδήγησης κατηγορίες, δίπλωμα οδήγησης, δίπλωμα ο.ε.ε.κ, δίπλωμα στα σουηδικά, diplom στα ελληνικά
δίπλωμα στα σουηδικά