lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δίπλωμα στα φινλανδικά

Λέξη:
δίπλωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δίπλωμα, δίπλωμα χαρτοπετσέτας, δίπλωμα οδήγησης τεστ, δίπλωμα οδήγησης κατηγορίες, δίπλωμα οδήγησης, δίπλωμα ο.ε.ε.κ, δίπλωμα στα φινλανδικά, diplomi στα ελληνικά
δίπλωμα στα φινλανδικά