lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δοκιμή στα νορβηγικά

Λέξη:
δοκιμή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (13):
eksamen, etterforskning, forhør, forskning, forsøk, gransking, granskning, legeundersøkelse, prøve, prøvning, studie, undersøkelse, utredning
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά δοκιμή, δοκιμή προϊόντων, δοκιμή πολλαπλασιασμού, δοκιμή κρούσης, δοκιμή κρασιών, δοκιμή και πλάνη, δοκιμή στα νορβηγικά, eksamen στα ελληνικά
δοκιμή στα νορβηγικά