lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κασκόλ στα νορβηγικά

Λέξη:
κασκόλ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (10):
duk, halsduk, halstørkle, lommetørkle, serviett, sjal, skaut, skjerf, slips, tørkle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά κασκόλ, κασκόλ στα αγγλικά, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ με βελόνες, κασκόλ με βελονάκι, κασκόλ λαιμός, κασκόλ στα νορβηγικά, duk στα ελληνικά
κασκόλ στα νορβηγικά