lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κασκόλ στα ουκρανικά

Λέξη:
κασκόλ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (9):
салфетка, хустина, хустину, хустка, хустку, кашне, пасок, пояс, шарф
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά κασκόλ, κασκόλ στα αγγλικά, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ με βελόνες, κασκόλ με βελονάκι, κασκόλ λαιμός, κασκόλ στα ουκρανικά, салфетка στα ελληνικά
κασκόλ στα ουκρανικά