lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κασκόλ στα σουηδικά

Λέξη:
κασκόλ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
duk, schalett, halsduk, scarf, schal
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κασκόλ, κασκόλ στα αγγλικά, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ με βελόνες, κασκόλ με βελονάκι, κασκόλ λαιμός, κασκόλ στα σουηδικά, duk στα ελληνικά
κασκόλ στα σουηδικά