lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κασκόλ στα εσθονική

Λέξη:
κασκόλ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
salvrätik, sall
Σχετικές λέξεις:
εσθονική κασκόλ, κασκόλ στα αγγλικά, κασκόλ με τρύπες, κασκόλ με βελόνες, κασκόλ με βελονάκι, κασκόλ λαιμός, κασκόλ στα εσθονική, salvrätik στα ελληνικά
κασκόλ στα εσθονική