lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: ξαναπαίρνω

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
recapture, recover, regained, repossess, retrieve
ξαναπαίρνω
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
obnovit, opravit, vymáhat, získat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewinnen
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desempeñar, recobrar, recuperar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ravoir, recouvrer, regagner, reprendre, récupérer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estrarre, recuperare, riavere, riconquistare, ricuperare, riprendere
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
recobrar, recuperar
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
odzyskiwać