ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης άγνοια
περίπατος γαλέρα ξύλο λεπίδα μεταλλικός στολή άφωνος κάτοικος χωριστός φοίνικας επίπεδος επιεικής φιλί χειροκρότημα αιτία περιβόλι αηδόνι σύγκρουση ισοπεδώνω ζουλώ