lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ογκώδης στα νορβηγικά

Λέξη:
ογκώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ογκώδης, ογκώδησ συνώνυμα, ογκώδης συνώνυμο, ογκώδης βικιλεξικο, ογκώδης άγνοια, ογκώδης στα νορβηγικά, massiv στα ελληνικά
ογκώδης στα νορβηγικά