lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνοστος στα ουγγρική

Λέξη:
άνοστος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
hánytató, íztelen
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική άνοστος, άνοστος στα ουγγρική, hánytató στα ελληνικά
άνοστος στα ουγγρική