lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γουργουρίζω στα ουγγρική

Λέξη:
γουργουρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
dörmögni, dorombol, morogni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική γουργουρίζω, γουργουρίζω στα ουγγρική, dörmögni στα ελληνικά
γουργουρίζω στα ουγγρική