lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διακοπές στα ουγγρική

Λέξη:
διακοπές (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
szünidő, vakáció, szabadság, nyaralás, üdülés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική διακοπές, διακοπές συστήματος, διακοπές στην ελλάδα, διακοπές στην αίγινα, διακοπές ρεύματος, διακοπές πασχα 2014, διακοπές στα ουγγρική, szünidő στα ελληνικά
διακοπές στα ουγγρική