lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασπρίζω στα γερμανικά

Λέξη:
ασπρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (3):
weißen, geweißt, weiß
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά ασπρίζω, ασπρίζω στα γερμανικά, weißen στα ελληνικά
ασπρίζω στα γερμανικά