lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καρφί στα ουγγρική

Λέξη:
καρφί (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
szeg, szög, köröm
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική καρφί, καρφί(σαν κάτι να σε καίει) - σωκράτης μάλαμας, καρφί ψωρίαση, καρφί του σαββατοκύριακου, καρφί του πωγωνίου, καρφί στα αρχαία, καρφί στα ουγγρική, szeg στα ελληνικά
καρφί στα ουγγρική