lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λαιμαργία στα ουγγρική

Λέξη:
λαιμαργία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
falánkság, mohóság, torkosság
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική λαιμαργία, σκύλος λαιμαργία, ονειροκρίτης λαιμαργία, λαιμαργία+αντιμετώπιση, λαιμαργία φαγητό, λαιμαργία συνώνυμο, λαιμαργία στα ουγγρική, falánkság στα ελληνικά
λαιμαργία στα ουγγρική