lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λαιμαργία στα ουκρανικά

Λέξη:
λαιμαργία (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
обжерливість, обіжріться, розпуста
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά λαιμαργία, σκύλος λαιμαργία, ονειροκρίτης λαιμαργία, λαιμαργία+αντιμετώπιση, λαιμαργία φαγητό, λαιμαργία συνώνυμο, λαιμαργία στα ουκρανικά, обжерливість στα ελληνικά
λαιμαργία στα ουκρανικά