lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

περπατώ στα ουγγρική

Λέξη:
περπατώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
járkál, járkálni, járni, menni, lépkedni, lépni, átmegy
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική περπατώ, περπατώ στο δάσος, περπατώ περπατώ μεσ την πολη, περπατώ περπατώ μες το δασος zouzounia, περπατώ περπατώ μες το δασος, περπατώ περπατώ εισ το δάσοσ όταν ο λύκοσ δεν είναι εδώ, περπατώ στα ουγγρική, járkál στα ελληνικά
περπατώ στα ουγγρική