lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαμποτάρω στα ουγγρική

Λέξη:
σαμποτάρω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σαμποτάρω, σαμποτάρω συνώνυμο, σαμποτάρω συνώνυμα, σαμποτάρω στα ουγγρική, szabotázs στα ελληνικά
σαμποτάρω στα ουγγρική