lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βανίλια στα φινλανδικά

Λέξη:
βανίλια (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά βανίλια, βανίλια φυτό, βανίλια φυσική, βανίλια φρούτο, βανίλια υποβρύχιο, βανίλια σοκολάτα, βανίλια στα φινλανδικά, vanilja στα ελληνικά
βανίλια στα φινλανδικά