lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σώμα στα ουγγρική

Λέξη:
σώμα (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (8):
holttest, korpuszkula, részecske, sejt, testecske, test, testület, törzs
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική σώμα, σώμα ορκωτών λογιστών, σώμα ορκωτών εκτιμητών, σώμα με σώμα, σώμα επιθεώρησης εργασίας, σώμα επιθεωρητών υγείας, σώμα στα ουγγρική, holttest στα ελληνικά
σώμα στα ουγγρική