lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χορεύω στα ουγγρική

Λέξη:
χορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
táncol, táncolni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική χορεύω, χορεύω χορεύω ότι προβλήματα έχω στην άκρη τ' αφήνω, χορεύω χορεύω, χορεύω τρανς, χορεύω στο ταψί, χορεύω σε πίστες, χορεύω στα ουγγρική, táncol στα ελληνικά
χορεύω στα ουγγρική