lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χορεύω στα ουκρανικά

Λέξη:
χορεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
гиря, танцювати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά χορεύω, χορεύω χορεύω ότι προβλήματα έχω στην άκρη τ' αφήνω, χορεύω χορεύω, χορεύω τρανς, χορεύω στο ταψί, χορεύω σε πίστες, χορεύω στα ουκρανικά, гиря στα ελληνικά
χορεύω στα ουκρανικά