lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βλέμμα στα ουκρανικά

Λέξη:
βλέμμα (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
бачення, вогник, запалити, запалювати, засвітити, зір, легкий, освітити, світлий, світло
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βλέμμα, βλέμμα του οδυσσέα, βλέμμα συνώνυμα, βλέμμα στο φασισμό, βλέμμα σιγανός, βλέμμα που σκοτωνει, βλέμμα στα ουκρανικά, бачення στα ελληνικά
βλέμμα στα ουκρανικά