lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

βραχιόλι στα ουκρανικά

Λέξη:
βραχιόλι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
браслет, манжета, нарукавник
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά βραχιόλι, βραχιόλι του μάρτη, βραχιόλι πανδώρα, βραχιόλι ονειροκρίτης, βραχιόλι μπράτσου, βραχιόλι μακραμέ, βραχιόλι στα ουκρανικά, браслет στα ελληνικά
βραχιόλι στα ουκρανικά