lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευκολύνω στα ουκρανικά

Λέξη:
διευκολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
дозволяти, дозволити, заспокоїти, заспокойте, заспокоювати, освітліть, полегшувати, розвантажити, розвантажтеся, розвантажувати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά διευκολύνω, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω στα αγγλικα, διευκολύνω κλιση, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω translate, διευκολύνω στα ουκρανικά, дозволяти στα ελληνικά
διευκολύνω στα ουκρανικά