lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευκολύνω στα τσεχική

Λέξη:
διευκολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
dovolit, připustit, ulehčit, umožnit, usnadnit, zjednodušit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική διευκολύνω, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω στα αγγλικα, διευκολύνω κλιση, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω translate, διευκολύνω στα τσεχική, dovolit στα ελληνικά
διευκολύνω στα τσεχική