lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διευκολύνω στα πορτογαλικά

Λέξη:
διευκολύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (4):
aquiescer, consentir, facilitar, permitir
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά διευκολύνω, διευκολύνω συνώνυμα, διευκολύνω στα αγγλικα, διευκολύνω κλιση, διευκολύνω αντωνυμο, διευκολύνω translate, διευκολύνω στα πορτογαλικά, aquiescer στα ελληνικά
διευκολύνω στα πορτογαλικά