lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευδιάκριτος στα ουκρανικά

Λέξη:
ευδιάκριτος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (18):
видатний, видний, визначний, дивний, екстраординарний, знаменитий, лауреат, надзвичайний, невиконаний, незвичайний, несплачений, опуклий, поважний, позачерговий, прекрасний, підвищений, сяяння, чудовий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ευδιάκριτος, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτος στα ουκρανικά, видатний στα ελληνικά
ευδιάκριτος στα ουκρανικά