lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ευδιάκριτος στα τσεχική

Λέξη:
ευδιάκριτος (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
eminentní, hluboký, horní, hrdý, nevšední, nápadný, pozoruhodný, slavný, těžký, vynikající, vysoko, vysoký, vystupující, vyvýšený, vyčnívající, vyšší, vznešený, vzácný, vážný, významný, význačný, věhlasný, znamenitý, zřejmý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ευδιάκριτος, ευδιάκριτοσ συνώνυμα, ευδιάκριτος συνώνυμο, ευδιάκριτος στα τσεχική, eminentní στα ελληνικά
ευδιάκριτος στα τσεχική