lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θλίψη στα ουκρανικά

Λέξη:
θλίψη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (26):
бажання, гадка, горе, дбайливість, дбання, думка, жалоба, забита, зажура, зажуру, заклопотаність, занепокоєння, засмучення, клопіт, концерн, лихо, неспокій, піклування, сум, сумування, траур, тривога, турбота, турбування, увага, хвилювання
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά θλίψη, θλίψη συνώνυμα, θλίψη στίχοι, θλίψη ποιήματα, θλίψη ποίηση, θλίψη και οργή για την 14χρονη καρολίνα, θλίψη στα ουκρανικά, бажання στα ελληνικά
θλίψη στα ουκρανικά