lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οξυγόνο στα ουκρανικά

Λέξη:
οξυγόνο (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (2):
кисень, кисневий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά οξυγόνο, οξυγόνο ταινια, οξυγόνο στο σπίτι, οξυγόνο στο αίμα φυσιολογικές τιμές, οξυγόνο στο αίμα, οξυγόνο ολύμπου 81, οξυγόνο στα ουκρανικά, кисень στα ελληνικά
οξυγόνο στα ουκρανικά