lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιτία στα φινλανδικά

Λέξη:
αιτία (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (18):
aihe, aiheuttaja, aivo, annos, asia, asianomistaja, henki, järjellisyys, järkevyys, järki, kantaja, mieli, oikea, oikeanpuolinen, oikeutus, peruste, syy, äly
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά αιτία, αιτία της ανεργίας, αιτία συνώνυμα, αιτία ρατσισμού, αιτία πολέμου, αιτία και συνέπειες της οργανωσιακής δέσμευσης, αιτία στα φινλανδικά, aihe στα ελληνικά
αιτία στα φινλανδικά