lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράβαση στα ουκρανικά

Λέξη:
παράβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (33):
багно, бруд, вивих, виключення, виняток, ганьба, гріх, догана, жалоба, збиток, злодіяння, злочин, зупинка, необачність, неспокій, обмова, ображання, ображення, образа, переривання, поранення, поранити, порушення, пошкодження, провина, проступок, піке, рана, ранити, розлад, скарга, травма, ушкодження
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά παράβαση, παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, παράβαση στην αρχαία κωμωδία, παράβαση στίχοι, παράβαση ρ-40, παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, παράβαση στα ουκρανικά, багно στα ελληνικά
παράβαση στα ουκρανικά