lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παράβαση στα πορτογαλικά

Λέξη:
παράβαση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (16):
afrenta, apóstrofe, crime, delito, fecharia, humilharia, infracção, injuria, insulto, ofensa, pique, ruptura, ultraje, vicio, vilipendio, violais
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά παράβαση, παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, παράβαση στην αρχαία κωμωδία, παράβαση στίχοι, παράβαση ρ-40, παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, παράβαση στα πορτογαλικά, afrenta στα ελληνικά
παράβαση στα πορτογαλικά