αστιγματικός στα αγγλικά αστιγματικός στα τσεχική αστιγματικός στα γαλλικά αστιγματικός στα ιταλικά αστιγματικός στα ρωσικά
κατεύθυνση στα εσθονική μεσολάβηση στα τσεχική επικρατώ στα γαλλικά ευθύς στα φινλανδικά μετοχή στα σουηδικά
διαπολιτισμική μεσολάβηση ευθύς και πλάγιος λόγος αρχαια επικρατώ συνώνυμο κατεύθυνση εισαγγελέων μετοχή ελπε