lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

γκρινιάζω στα πολωνική

Λέξη:
γκρινιάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
burczeć, mruczeć
Σχετικές λέξεις:
πολωνική γκρινιάζω, γκρινιάζω συνώνυμα, γκρινιάζω στα αγγλικα, γκρινιάζω αγγλικα, γιατί γκρινιάζω, γκρινιάζω στα πολωνική, burczeć στα ελληνικά
γκρινιάζω στα πολωνική