lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψηφίζω στα πολωνική

Λέξη:
ψηφίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
głosować, głosowanie, uchwalać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ψηφίζω, ψηφίζω ως ετεροδημότης, ψηφίζω χρυσή αυγή, ψηφίζω στο εξωτερικό, ψηφίζω σαν ετεροδημότης, ψηφίζω πρώτη φορά, ψηφίζω στα πολωνική, głosować στα ελληνικά
ψηφίζω στα πολωνική