lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψηφίζω στα τσεχική

Λέξη:
ψηφίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (7):
hlasovat, odhlasovat, volit, hlas, hlasování, volba, nařídit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ψηφίζω, ψηφίζω ως ετεροδημότης, ψηφίζω χρυσή αυγή, ψηφίζω στο εξωτερικό, ψηφίζω σαν ετεροδημότης, ψηφίζω πρώτη φορά, ψηφίζω στα τσεχική, hlasovat στα ελληνικά
ψηφίζω στα τσεχική